προὐχώρησεν

προὐχώρησεν
προεχώρησεν , προχωρέω
go
aor ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • προυχώρησεν — προεχώρησεν , προχωρέω go aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προχωρώ — προχωρῶ, έω, ΝΜΑ 1. βαδίζω ή κινούμαι προς τα εμπρός (α. «προχωρείτε, παρακαλώ» β. «με φωνήν που καταπείθει προχωρώντας ομιλείς», Σολωμ. γ. «πρὸς ἐμὴν χεῑρα προχωρῶν», Σοφ.) 2. (για χρόνο) περνώ, κυλώ, φεύγω (α. «η νύχτα είχε προχωρήσει» β. «τοῡ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”